зарываться - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

зарываться - translation to πορτογαλικά


зарываться      
см. зарыться ; см. зарваться
tropeçar      
зарываться в волну
afocinhar      
- (мор.) погружаться носом, зарываться носом

Ορισμός

зарываться
ЗАРЫВ'АТЬСЯ, зарываюсь, зарываешься, ·несовер.
1. ·несовер. к зарыться
.
2. страд. к зарывать
.
II. ЗАРЫВ'АТЬСЯ, зарываюсь, зарываешься (·разг. ). ·несовер. к зарваться
.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για зарываться
1. А зачем, спрашивается, зарываться и провоцировать?
2. И если человек начинает зарываться, я его ставлю на место.
3. "Грузины сами виноваты -- нечего было зарываться",-- говорит телевизор.
4. Зарываться не стали - сейфы не громили и компьютеры не взламывали.
5. Берд понял, что бьет россиянин сильно и зарываться не стоит.